καστανιέτα

καστανιέτα
η
(και συν. στον πληθ.) οι καστανιέτες
ζεύγος χειροκροτάλων με τα οποία οι χορεύτριες συνοδεύουν τον χορό ή που χρησιμοποιούνται και στις ορχήστρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ισπ. castaneta (υποκορ. τού castana) < λατ. castanea «κάστανο»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • καστανιέτα — η (λ. ισπαν.), ζεύγος χειροκροτάλων, με τα οποία οι Iσπανίδες χορεύτριες κρατάνε το ρυθμό του χορού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ανακαράς — ο βλ. ανάκαρο (ΙΙ) και ανάκαρα. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για ξένη λ. Συνδέεται προς το αραβ. nakur «σάλπιγγα του αρχαγγέλου Σεραφείμ», το τουρκ. nakkare «είδος τύμπανου», το ιταλ. nacchera «καστανιέτα». Το α τού τ. ανακαράς δεν είναι προθετικό, αλλά… …   Dictionary of Greek

  • χειροκρόταλο — το, Ν μουσικό κρόταλο που κρούεται με το χέρι, κν. καστανιέτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χειρ(ο) * + κρόταλο] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”